χρονομετράω

χρονομετράω
χρονομετράω / χρονομετρώ, χρονομέτρησα βλ. πίν. 58 και πρβλ. χρονομετρώ

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • χρονομετρώ — χρονομετρώ, χρονομέτρησα βλ. πίν. 73 και πρβλ. χρονομετράω …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • χρονομετρώ — και χρονομετράω χρονομέτρησα, χρονομετρήθηκα, χρονομετρημένος, μετρώ το χρόνο με χρονόμετρο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”